Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2010

ΠΕΡΙ ΣΥΓΓΕΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΓΑΜΟΥ


Γινόμαστε συχνά από πιστούς δέκτες ερωτημάτων που αφορούν στην εξ αίματος, εξ αγχιστείας και πνευματική συγγένεια όσον αφορά στη δυνατότητα σύζευξης συγγενών με το μυστήριο του γάμου.

Συγγένεια εξ αίματος.
Συγγενείς εξ αίματος είναι εκείνοι οι οποίοι συνδέονται μεταξύ τους με κάποια γέννα. Ο σαρκικός πατέρας και η σαρκική μητέρα με το γιο και την κόρη τους, τον εγγονό και την εγγονή τους, τα δισέγγονά τους αλλά και προς τα πάνω με τους δικούς τους γονείς, παπούδες και προπαππούδες, γιαγιάδες και προγιαγιάδες. Αυτή λέγεται ευθεία γραμμή συγγένειας.

Όμως συγγενείς εξ αίματος είναι και τα αδέλφια μεταξύ τους, οι θείοι και οι θείες με τα ανήψια τους, τα εξαδέλφια μεταξύ τους. Αυτή λέγεται πλάγια γραμμή συγγένειας επειδή είναι συγγενείς λόγω ύπαρξης κοινών προγόνων.

Για τον υπολογισμό της συγγένειας επινοήθηκαν οι βαθμοί συγγενείας από τις βαθμίδες/σκαλοπάτια της γενεαλογικής σκάλας. Έτσι, κάθε γέννα δίνει 1 βαθμό συγγένειας. Οι σύζυγοι μεταξύ τους δεν έχουν βαθμό συγγένειας, επειδή δεν μετέχουν του ίδιου αίματος. Οι γονείς με τα παιδιά τους έχουν 1ου βαθμού συγγένεια, τα αδέλφια μεταξύ τους 2ου βαθμού συγγένεια όπως και οι παππούδες και οι γιαγιάδες με τα εγγόνια τους.[1] Σε ευθεία γραμμή συγγένειας δεν επιτρέπεται ούτε εκκλησιαστικός ούτε πολιτικός γάμος, όσο απεμακρυσμένος κι αν είναι ο βαθμός συγγενείας.

Στην πλάγια γραμμή συγγένειας επιτρέπεται ο εκκλησιαστικός γάμος 5ου βαθμού συγγενείας και πέραν. Δηλαδή, δεύτερα εξαδέλφια, 6ου βαθμού συγγενείς, δύνανται να νυμφευθούν[2].

Συγγένεια εξ αγχιστείας
Όταν δύο οικογένειες συμπεθεριάζουν, ενώνονται δηλαδή με γάμο, οι συγγενείς εξ αίματος των δύο οικογενειών αποκτούν συγγένεια εξ αγχιστείας.

Πνευματική συγγένεια
Αυτή αποκτάται από την υιοθεσία και το βάπτισμα. Και για μεν τη συγγένεια από υιοθεσία δεν επιτρέπεται ο γάμος σε ευθεία γραμμή τόσο για την Πολιτεία, όσο και για την Εκκλησία, για δε το βάπτισμα το κώλυμα ισχύει μόνο για τον εκκλησιαστικό γάμο, μεταξύ αναδόχου και αναδεκτών και των συγγενών τους σε ευθεία γραμμή.

Δεν αποτελεί κώλυμα εκκλησιαστικού γάμου το να έχουν δύο μελλόνυμφοι τον ίδιο ανάδοχο. Ως εκ τούτου, δεν υφίσταται περιορισμός σε όσους το επιθυμούν να αναδέχονται παιδιά διαφορετικού φύλου με το σκεπτικό ότι αν γνωρισθούν μεταξύ τους και θελήσουν να τελέσουν γάμο αυτός θα εμποδισθεί. Ο κανόνας ΝΓ΄ της Πενθέκτης δεν κωλύει τέτοιο γάμο.
Η απαγόρευση σύζευξης πνευματικών συγγενών ήρθε κατ’ αναλογία της απαγόρευσης σύζευξης σαρκικών συγγενών κι αυτή με τη σειρά της προήλθε από την ανάγκη εμπλουτισμού του ανθρώπινου γενετικού υλικού για την αποφυγή ασθενειών που οφείλονται στην αιμομιξία[3].

Ως φαίνεται από τα παλαιοδιαθηκικά κείμενα στην πρωτοϊστορία δεν υπήρξε τέτοιος κίνδυνος και επιτρέπεται στο ανθρώπινο γένος να πληθύνεται ασχέτως ηθικών περιορισμών. Να υποθέσουμε ότι δεν υπήρχε άλλος τρόπος αναπαραγωγής των ανθρώπων και το επέτρεψε ο Θεός; Να θεωρήσουμε ότι το γενετικό μας υλικό ήταν αγνό και δεν υπήρχε φόβος συγγενικών ασθενειών; Όπως και αν έχει το πράγμα, οι ηθικοί περιορισμοί ξεκινούν αργότερα, από τους ιστορικούς χρόνους, και ανευρίσκονται παράλληλα και σε άλλους λαούς ως ταμπού.

Το ζήτημα της εισόδου σε αιμομικτικό γάμο, στενής είτε απομακρυσμένης συγγένειας, ορίζεται πλέον από τις βιολογικές επιπτώσεις στους απογόνους τέτοιων συζεύξεων. Ώστε, ενώ ο ψυχικός δεσμός μεταξύ συγγενών είναι έντονος και η έλξη είναι φυσική, η λογική δημιουργίας ενός αιμορροφιλικού παιδιού είτε ενός διανοητικά καθυστερημένου να αποτρέπει τέτοιες ενώσεις. Αυτός είναι ίσως και ο λόγος που σήμερα, αν και ο νόμος συγκαταβαίνει σε γάμο μακρυνών συγγενών, εμείς καλό θα ήταν να επιλέγουμε τους συντρόφους μας εκτός του γενεαλογικού μας δέντρου.

Η μόνη συγγένεια που επιβάλλεται να έχουν μεταξύ τους οι προς γάμο προσερχόμενοι χριστιανοί είναι η συγγένεια με τον Κύριό μας και το αίμα της Θείας Ευχαριστίας Του.



[1]. Για τον υπολογισμό των βαθμών συγγένειας βλ. Παναγιώτου Ι. Μπούμη, Κανονικόν Δίκαιον, Α΄ (Αθήνα 1989), 166-67.


[2]. Συνοδική Επιτροπή επί των δογματικών και νομοκανονικών ζητημάτων, Προϋποθέσεις τελέσεως θρησκευτικού γάμου, http://www.ecclesia.gr/greek/holySynod/commitees/dogma/dogmatics-0001.htm . Ο άγ. Νικόδημος ο Αγιορείτης στο έργο του Πηδάλιο επεκτείνει το κώλυμα γάμου μέχρι και τον έβδομο βαθμό συγγενείας, δηλαδή μέχρι και τα δεύτερα εξαδέλφια.

[3]. Αντίθετα, κατά τον Λεβι-Στρoς, Γάλλο διανοητή (1908-2009), η απαγόρευση της αιμομιξίας δεν αποσκοπεί στην ανανέωση του αίματος, όπως είχαν υποστηρίξει οι παλαιότεροι μελετητές, αλλά στη δημιουργία ενός συστήματος επικοινωνίας το οποίο θέτει ορισμένους θεμελιώδεις θεσμούς (κανόνες επιγαμίας) για να εξασφαλίσει την ισορροπία στην κατανομή των φύλων. Μέσω του συστήματος αυτού συντελείται η μετάβαση του ανθρώπου από την αγέλη στον πολιτισμό, από τη συγγένεια εξ αίματος (φυσικό φαινόμενο) στη συγγένεια εξ αγχιστείας (κοινωνικό φαινόμενο).